O V6 της 296 GTS αντηχεί παντού, ξεχνώντας προς στιγμήν ότι η υβριδική υποβοήθηση υποτίθεται ότι τον καθιστά αθόρυβο. Μπροστά, η Maserati MC20 Cielo, επίσης με V6, συνεισφέρει τις δικές της νότες μπάσων, γρυλίζοντας απειλητικά στη Ferrari.
Ο ήλιος ξεπροβάλλει δειλά-δειλά πάνω από τις βουνοκορφές, ο γεμάτος στροφιλίκια δρόμος είναι αρκετά φαρδύς αλλά χωρίς την απόλυτη ορατότητα που θα μας επιτρέψει να ακολουθούμε την ιδανική γραμμή. Η Maserati ανοίγει τον δρόμο φρενάροντας συνήθως αρκετά νωρίς και η Ferrari ακολουθεί με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Η διαδρομή στην υπέροχη ιταλική φύση δεν είναι για τους λιπόψυχους.
Η MC20 έχει αναγνωριστεί ευρέως ως ένα ξεχωριστό αυτοκίνητο για τη Maserati, που εξελίχθηκε σε χρόνο ρεκόρ μόλις 20 μηνών με φόντο μια νέα εταιρική δομή (δεν είναι πια το αδέξιο αδερφάκι της Ferrari αλλά μέρος της Stellantis). Η ανοιχτή έκδοση Cielo χρησιμοποιεί ένα πλαίσιο από carbon παρόμοιο με αυτό του κουπέ, με μοναδική αλλαγή την κατανομή και τις στρώσεις των ανθρακονημάτων. Στη Cielo δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στη στρεπτική ακαμψία, ενώ το κουπέ στοχεύει στο χαμηλό βάρος: Η διαφορά φτάνει τα 65 kg.
Τοποθετημένος στο κέντρο βρίσκεται ο κινητήρας Nettuno V6 των 3,0 lt που έχει τις ρίζες του στην Giulia Quadrifoglio της Alfa Romeo και στο GranTurismo Trofeo της Maserati. Παράγει την ίδια ισχύ όπως στην κουπέ MC20, αλλά η ανοιχτή έκδοση είναι οριακά πιο αργή στο 0-100 km/h.
Ο Gianluca di Oto, επικεφαλής μηχανικός εξέλιξης της MC20, υποστηρίζει ότι στις δοκιμές του κινητήρα έγιναν σημαντικές προσαρμογές στην καμπύλη ροπής επειδή αρχικά ήταν υπερβολικά άγριος: «Σαν μια παλιά Ducati»! Mε 730 Νm και 630 PS μπορείτε να καταλάβετε γιατί η ομαλή απόδοση ήταν ένας σημαντικός στόχος.
Πολλώ δε μάλλον όταν η μάρκα θέλει να προωθήσει την MC20 ως το GT των υπεραυτοκινήτων. Αυτός είναι και ο λόγος χρησιμοποίησης των θυρών που ανοίγουν προς τα πάνω, αφού παρέχουν ευκολότερη πρόσβαση στην καμπίνα. Είναι ένα supercar με το οποίο είναι εύκολο να ζεις. Ακόμη και η ανύψωση του ρύγχους είναι στάνταρντ.
Η οροφή αναδιπλώνεται γρήγορα, ακόμα και εν κινήσει με ταχύτητα έως και 45 km/h, από ένα εύκολο στη χρήση υπομενού στην οθόνη αφής 10,25”. Η καμπίνα παραμένει ανάλαφρη και ευήλια ακόμα και κλειστή χάρη στο ημιδιαφανές γυαλί της οροφής. Οι πελάτες που ζουν σε πιο ζεστά κλίματα δεν χρειάζεται να ανησυχούν μήπως μετατραπεί σε θερμοκήπιο – το πάνελ μπορεί να γίνει αδιαφανές με το πάτημα ενός κουμπιού.
Οροφή κάτω, γυαλιά ηλίου, και φεύγουμε από τη Μodena για το ταξίδι 30 λεπτών μέχρι το Μaranello. Είναι αμέσως ξεκάθαρο ότι σε αυτή τη Maserati μπορείς να καταπίνεις χιλιόμετρα με χαρά. Ακόμη και τα (έξτρα) καθίσματα από ανθρακόνημα με σταθερή πλάτη μπορούν να γείρουν για περισσότερη στήριξη κάτω από τους μηρούς.
Ωρα Ferrari! Η 296 είναι αναμφισβήτητα η Ferrari της στιγμής, παρά τον εσωτερικό ανταγωνισμό με τις Purosangue και Roma Spider. Με κινητήρα στο κέντρο, όπως η Maserati, η 296 GTS βασίζεται σε αλουμινένιο χωροδικτύωμα αντί για carbon πλαίσιο. Η Ferrari εμμένει στη δοκιμασμένη μέθοδό της υποστηρίζοντας ότι δεν είναι όλα τα δάπεδα από ανθρακονήματα ίδια, συνεχίζοντας τη χρήση τους μόνο στις ναυαρχίδες όπως η LaFerrari. Επιπλέον, όσο κι αν είναι επώδυνο σαν σκέψη, το αλουμίνιο επισκευάζεται πολύ πιο εύκολα.
Αξίζει να σταθούμε λίγο στον υβριδικό V6 κινητήρα. Η διάταξη 120° χρησιμοποιήθηκε σπάνια εξαιτίας του πλάτους της. Αλλά αυτό το πλάτος αφήνει χώρο μεταξύ των συστοιχιών των κυλίνδρων για τα turbo. Συνδυαζόμενος με το ηλεκτρικό μοτέρ 167 PS υπερβαίνει την απόδοση της Maserati κατά 200 PS! Η Ferrari μάλιστα μπορεί να διανύσει και 25 km κινούμενη αμιγώς ηλεκτρικά.
Αυτό μπορεί βέβαια να προκαλέσει σύγχυση στους ντόπιους, οι οποίοι σχεδόν σε κάθε χωριό μένουν εκστασιασμένοι από το πέρασμα μιας Ferrari και μιας Maserati (ακόμα κι εδώ δεν πρόκειται για ένα σύνηθες θέαμα), αλλά και ταυτόχρονα απορημένοι με την αθόρυβη 296. Οταν όμως το σύστημα ελέγχου δώσει εντολή για εκκίνηση του κινητήρα εσωτερικής καύσης, ο οδηγός κινδυνεύει με… ανακοπή και το κοινό ξεσπά σε ζητωκραυγές.
Εκτός πόλης η εναλλαγή κινητήρων σταματά εφόσον ο οδηγός επιλέξει το πρόγραμμα Performance από το manettino. Αυτό βοηθά όχι μόνο στη φόρτιση της μπαταρίας, δίνοντας περιθώρια για περισσότερη αθόρυβη λειτουργία αργότερα σε κατοικημένες περιοχές, αλλά κάνει επίσης και πιο προβλέψιμη την απόκριση του πεντάλ γκαζιού. Η Ferrari είναι εξαιρετικά διαισθητική σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, με το σύστημα διεύθυνσης να απαιτεί μόνο μια απαλή κίνηση για να αντιδράσει το αυτοκίνητο ακριβώς όπως επιθυμεί ο οδηγός του.
Αλλά ο τρόπος με τον οποίο το σύστημα μετάδοσης κίνησης εναλλάσσεται μεταξύ ηλεκτρικού μοτέρ και θερμικού κινητήρα καθιστά την 296 λιγότερο προβλέψιμη. Το πρόγραμμα Performance προσφέρει σταθερή αίσθηση και αντίσταση στο πεντάλ γκαζιού, κάτι που με τη σειρά του σημαίνει ότι μπορείς να ισορροπήσεις το αυτοκίνητο με μεγαλύτερο βαθμό βεβαιότητας – μια ζωτικής σημασίας παράμετρος στο επαρχιακό οδικό δίκτυο της βόρειας Ιταλίας.
Τα χειριστήρια της 296 είναι στριμωγμένα στο τιμόνι: είναι μια λύση σε ένα πρόβλημα που στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ και σημαίνει πως απαιτείται κάποιος χρόνος εξοικείωσης. Για την ώρα στριφογυρίζω αβοήθητα το δάχτυλό μου γύρω από τα δύσχρηστα, ευαίσθητα στην αφή μπουτόν σαν παιδί που κυνηγάει την τελευταία μπουκιά Nutella στο κάτω μέρος του βάζου – και ακόμα χειρότερα, θα αποσπάσουν την προσοχή μου από τον δρόμο.
Η Maserati είναι πιο συμβατική. Το τιμόνι έχει ακόμα κουμπιά πάνω του, αλλά όχι ακριβώς όπως η 296 που μοιάζει με F1, ενώ η οθόνη αφής είναι απλή σε λειτουργία. Στο κεντρικό τούνελ βρίσκεται ο επιλογέας προγράμματος οδήγησης – ένας περιστροφικός διακόπτης με τον οποίο μπορείς να επιλέξεις μεταξύ GT (προεπιλογή κατά την εκκίνηση), Sport, Corsa και ESC Off.
Κατευθυνόμαστε προς το Futa Pass με την ανάρτηση στη μαλακότερη ρύθμιση, στο πρόγραμμα GT. Ο κινητήρας ακούγεται θορυβώδης, αλλά η απόκριση από το turbo δεν είναι άμεση και το τιμόνι δεν έχει την ακρίβεια της Ferrari. Στο Sport η τοποθέτηση στις στροφές του κατά τόπους στενού δρόμου γίνεται πολύ πιο εύκολη.
Το ψάρεμα της ανάρτησης έχει εξαφανιστεί, το αυτοκίνητο δείχνει πλέον πιο σφιχτό και πακτωμένο στο οδόστρωμα. Ομοίως, η απόκριση στο γκάζι, στο turbo και το τιμόνι είναι πιο άμεση, ενώ τα αποτελεσματικά φρένα, που έχουν πλέον ζεσταθεί, απαιτούν λιγότερη δύναμη για να ενεργοποιηθούν. Από στροφή σε στροφή και από χάσιμο σε χάσιμο, η MC20 επιδεικνύει μια άψογη ροή στην κίνησή της: στο πρόγραμμα Sport ο συμβιβασμός μεταξύ άνεσης και οδικής συμπεριφοράς είναι ιδανικός.
Οδηγώντας πίσω προς την Firenzuola συνειδητοποιείς γρήγορα ότι η Ferrari θα ήταν το πιο κοινωνικό αυτοκίνητο αυτή την ώρα. Ακόμα και στο πρόγραμμα GT ο V6 της MC20 αντηχεί ανάμεσα στα παλιά πέτρινα κτίρια. Ωστόσο, βρισκόμαστε στην Ιταλία – κανείς δεν δείχνει να ενοχλείται. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα αισθάνονται το ίδιο όταν ο V6 γίνει το πιο μπρουτάλ ξυπνητήρι στον κόσμο αύριο στις 6 το πρωί!
Η επόμενη μέρα ξεκινά στο μπάκετ της Ferrari, όπου νιώθω σαν στο σπίτι μου. Σε αντίθεση με την MC20, δεν χρειάζεται να ασχοληθώ με τις ρυθμίσεις για να κάνω την 296 να δουλέψει σωστά, ακόμα κι αν το manettino επιτρέπει την τροποποίηση ανάρτησης, κιβωτίου ταχυτήτων και ελέγχου πρόσφυσης. Το τιμόνι είναι το κάτι άλλο – κάποιοι επικρίνουν το στήσιμο του Maranello επειδή είναι πολύ γρήγορο, αλλά δεν θα συμφωνήσω καθόλου.
Η 296 σε προσκαλεί να το κρατήσεις ελαφριά, με τις παλάμες και τα ακροδάχτυλα, να το οδηγήσεις αντί να παλέψεις – και αυτό θα σε ανταμείψει ακολουθώντας πιστά την ιδανική γραμμή που έχεις χαράξει στο μυαλό σου. Είναι ένας υπέροχος και παράξενα ήρεμος τρόπος για να απολαύσεις ένα supercar με περισσότερους από 800 PS σε μόλις δύο κινητήριους τροχούς.
Σε αυτό βοηθά βέβαια και το εξαιρετικό πλαίσιο. Κι αυτό φαίνεται στον τρόπο που στρίβει, στην απόλυτη ισορροπία που μπορείς να πετύχεις φρενάροντας ακόμα και μέσα στη στροφή, μέχρι το apex. Κι όλα αυτά με νόμιμη ταχύτητα κίνησης. Ακριβώς όπως τα καλύτερα μοντέλα GT της Porsche, η 296 ανταμείβει σε όλες τις ταχύτητες.
Το επίπεδο πρόσφυσης είναι εξαιρετικό και ο έλεγχος του αμαξώματος είναι καλύτερος από ό,τι στη Maserati. Η Ferrari ανταλλάσσει την πιο σφιχτή ανάρτηση με το σωστό επίπεδο κίνησης του αμαξώματος. Δεν είναι άκαμπτη όπως μια Porsche 911 GT3 RS, αλλά αυτό δεν είναι κακό για ένα αυτοκίνητο δρόμου. Απλά καθιστά την 296 πιο προσιτή.
Η Firenzuola είναι γεμάτη από ανθρώπους που θέλουν να ρίξουν μια κοντινή ματιά στα αυτοκίνητά μας. Ενα παιδί που φαίνεται εξαιρετικά πιθανό να καθυστερήσει στο σχολείο παραβγαίνει μαζί μας πάνω στο ποδήλατό του. Η ανταμοιβή του είναι μια φωτογραφία στο εσωτερικό της MC20 πριν φύγουμε από την πόλη και ξεκινήσουμε το ταξίδι της επιστροφής στα εργοστάσια.
Η επιλογή μεταξύ των δύο υπεραυτοκινήτων είναι τόσο δύσκολη όσο η επιλογή μεταξύ «Breaking Bad» και «Sopranos». Είναι μεν διαφορετικά μεταξύ τους, αλλά αμφότερα έχουν εκτοξεύσει την αυτοκίνηση σε δυσθεώρητα ύψη. Είναι η πρώτη φορά που θυμάμαι να οδήγησα ανοιχτό αυτοκίνητο που θα το θεωρούσα ειλικρινά καλύτερο από το κουπέ αδερφάκι του για τις επιπλέον συγκινήσεις που προσφέρει.
Ο τρόπος που νιώθεις στη Ferrari είναι μοναδικός – βολεύεσαι με τη μία, ανταμείβεσαι σε κάθε ταχύτητα κίνησης. Η 296 συγκαταλέγεται δίχως αμφιβολία στα καλύτερα αυτοκίνητα της δεκαετίας. Το γεγονός πως η Maserati στέκεται επάξια δίπλα της είναι ένα πραγματικό επίτευγμα – ειδικά λαμβάνοντας υπόψη το σύντομο χρονικό διάστημα εξέλιξής της.
Το ατού της Cielo είναι η άνεσή της. Η Maserati ισχυρίζεται ότι στόχευε σε ένα supercar με συμπεριφορά GT και τα κατάφερε απόλυτα. Δεν προσφέρει τη χειρουργική ακρίβεια και τον έλεγχο της Ferrari, αλλά εστιάζει στη δυαδικότητα μεταξύ άνεσης και σπορ αίσθησης, που προσθέτει ένα επιπλέον επίπεδο ενδιαφέροντος. Η αναγέννηση της Maserati συνεχίζεται.
TECH – FERRARI 296 GTS ASSETTO FIORANO
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 2.992 cc, V6, TWIN-TURBO ΒΕΝΖΙΝΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
ΙΣΧΥΣ, ΡΟΠΗ: 830 PS @ 8.000 rpm, 740 Nm @ 6.250 rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: ΔΙΠΛΟΥ ΣΥΜΠΛΕΚΤΗ, 8 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ (E) / ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ (Π)
0-100 KM/H: 2,9”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: >330 km/h
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Y): 4.565/1.958/1.191 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.600 mm
ΒΑΡΟΣ: 1.540 kg (στεγνή)
TIMH: Από €310.595 (στη Γερμανία)
TECH – MASERATI MC20 CIELO
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 2.992 cc, V6, TWIN-TURBO
ΙΣΧΥΣ, ΡΟΠΗ: 630 PS @ 7.500 rpm, 730 Νm @ 3.000 rpm
ΚΙΒΩΤΙΟ: ΔΙΠΛΟΥ ΣΥΜΠΛΕΚΤΗ 8 ΣΧΕΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΔΟΣΗ: ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ: ΔΙΠΛΑ ΨΑΛΙΔΙΑ (E-Π)
0-100 KM/H: <2,9”
ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: >325 km/h
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (Μ/Π/Y): 4.669/1.965/1.224 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.700 mm
ΒΑΡΟΣ: 1.540 kg
TIMH: Από €265.600 (στη Γερμανία)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Συγκριτική δοκιμή: Ferrari 296 GTB vs McLaren Artura
Συγκριτική δοκιμή: BMW M4 CSL vs BMW V8 M3 GTS vs Porsche 911
Συγκριτική δοκιμή: Mercedes-AMG C63 S Ε Performance vs BMW M3 Touring vs Audi RS4 Avant
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ