Του Θεόδωρου Τρύφων*

Έπειτα από μια μακρά υφεσιακή περίοδο, η ελληνική οικονομία δείχνει σαφή σημάδια ανάκαμψης  καταγράφοντας θετικά πρόσημα. Παρά τις δυσμενείς γεωπολιτικές εξελίξεις, οι διεθνείς προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι ενθαρρυντικές, το brand-name της χώρας έχει βελτιωθεί θεαματικά, η ύπαρξη ενός μικρού, αλλά ζωτικού και αναπτυσσόμενου οικοσυστήματος νεοφυών επιχειρήσεων αποτελεί έμπρακτη απόδειξη για τη δυνατότητα της χώρας να καινοτομεί. Παράλληλα η διάδραση του πανεπιστημίου με τις επιχειρήσεις είναι σήμερα εντονότερη από ποτέ ενώ και η επιτάχυνση της ψηφιοποίησης της δημοσίας διοίκησης, και των ψηφιακών υποδομών, ιδιαίτερα κατά την κρίση του COVID απεδείχθη ότι είναι απόλυτα εφικτή. Με δυο λόγια, η ελληνική οικονομία, σήμερα θεωρείται – και είναι- πιο ισχυρή, πιο αξιόπιστη, πιο ώριμη, από ότι προ δεκαετίας.

Παρόλα αυτά, η προηγούμενη υφεσιακή δεκαετία, δημιούργησε ένα τεράστιο κενό για την ελληνική οικονομία υπό την έννοια της επιβράδυνσης των επενδύσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρότι αυξημένες σε σχέση με το 2016 (11%), ήταν μόλις 13,7%, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ευρωζώνη ήταν 22,7%.

Είναι δεδομένο ότι  η επίτευξη και διατήρηση βιώσιμων και σταθερών ρυθμών ανάπτυξης προϋποθέτει την κάλυψη της απόστασης αυτής. Η χώρα σήμερα χρειάζεται επενδύσεις στους δυναμικούς, εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας που δημιουργούν οικονομική προστιθέμενη αξία, που επενδύουν στην τεχνολογία και στο ανθρώπινο δυναμικό, που πληρώνουν φόρους και εισφορές, παράγουν, εξάγουν και συνεργάζονται, σε περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο και φέρνουν την  απόσταση που μας χωρίζει από την Ευρώπη ακόμη πιο κοντά.

Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία είναι ένας κατ΄ εξοχήν τέτοιος κλάδος, δίνοντας το παρών με μια σειρά δυναμικών επενδύσεων που συμβάλλουν έμπρακτα στη μείωση του επενδυτικού κενού. Ειδικότερα, το συνολικό επενδυτικό πρόγραμμα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας αναμένεται να φθάσει σε ύψος συνολικά τα 1,5 δισ. ευρώ, περιλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία 10 νέων εργοστασίων με 22 μονάδες παραγωγής αλλά και 14 νέες ερευνητικές δομές.

Οι επενδύσεις αυτές έχουν μοναδική πολλαπλασιαστική αξία στα δημόσια έσοδα, στο ΑΕΠ της χώρας και οδηγούν στη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ  η ανταποδοτικότητα της επένδυσης για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων εκτιμάται στο 86% του ποσού της επένδυσης, ενώ και η αύξηση των εσόδων του Δημοσίου αντιστοιχεί στο 22,5% της επενδυτικής δαπάνης. Επίσης, σημαντική είναι η συμβολή της λειτουργίας των νέων μονάδων στο ΑΕΠ, με τη συνολική πολλαπλασιαστική επίδραση να αντιστοιχεί στο 130% της επενδυτικής δαπάνης.

Εκτός όμως από τη σημαντική θετική επίδραση στην  οικονομία, οι επενδύσεις αυτές έχουν έντονο κοινωνικό πρόσημο καθώς διασφαλίζουν την επάρκεια φαρμάκων στην εγχώρια αγορά. Αυτό σημαίνει την καλύτερη θωράκιση του συστήματος υγείας και φαρμακευτικής φροντίδας απέναντι σε έκτακτες κρίσεις αλλά και τη βελτίωση της  πρόσβασης των ασθενών σε ακόμη περισσότερες θεραπείες με προσιτό κόστος.

Φόροι και υποχρεωτικές επιστροφές

Πρέπει να σημειωθεί ότι η σοβαρότερη απειλή για την ολοκλήρωση του επενδυτικού προγραμματισμού των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών είναι η υπερβολική φορολόγηση του κλάδου μέσω του μοναδικού για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, συστήματος υποχρεωτικών εκπτώσεων (rebate) & επιστροφών (clawback). Η τεράστια αυτή επιβάρυνση διαμορφώνει συνθήκες οριακής βιωσιμότητας για εκατοντάδες οικονομικά φάρμακα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Εάν δεν υπήρχαν οι εξαγωγές, πολλές ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες θα είχαν αναγκαστεί να αποσύρουν φάρμακα που σήμερα καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα των ασθενών. Ταυτόχρονα, οι υπερβολικές υποχρεωτικές επιστροφές στερούν πολύτιμα κεφάλαια από τις επενδύσεις και την Ανάπτυξη.

Η διατήρηση και ενίσχυση της επενδυτικής δυναμικής της φαρμακοβιομηχανίας, προϋποθέτει :

  • Την επίλυση του προβλήματος της υποχρηματοδότησης των φαρμακευτικών προϋπολογισμών. Αυτό θα οδηγήσει στη μείωση των υπέρμετρων επιβαρύνσεων της φαρμακοβιομηχανίας, επιτρέποντας στις επιχειρήσεις να ανακατευθύνουν τους πόρους αυτούς σε ακόμη περισσότερες επενδύσεις.
  • Την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψουν τον έλεγχο και τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης. Ο περιορισμός της αδόκιμης υποκατάστασης των οικονομικότερων φαρμάκων από νεότερα ακριβότερα, η ανάπτυξη της δυνατότητας ουσιαστικού ελέγχου της συνταγογράφησης με τη χρήση ψηφιακών εργαλείων που επιτρέπουν την ανάλυση της συνταγογραφικής συμπεριφοράς εντοπίζοντας αυτόματα τυχόν παρεκκλίσεις αναμένεται ότι θα έχουν σημαντικά αποτελέσματα στην συγκράτηση του κόστους.
  • Τη βελτίωση της ρευστότητας των φαρμακοβιομηχανιών που σήμερα πλήττεται από τη συσσώρευση των διαρκώς αυξανόμενων υποχρεωτικών επιβαρύνσεων. Η άμεση αποπληρωμή των τεράστιων αυτών ποσών είναι πρακτικά αδύνατη και δημιουργεί συνθήκες χρηματοοικονομικής ασφυξίας ειδικά για τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες που επιχειρούν με ίδια κεφάλαια ενώ αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος παραγωγής και ανθρώπινου δυναμικού. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούμε απαραίτητα να υπάρξει βελτιωμένη ρύθμιση για τα συσσωρευμένα χρέη με τρόπο που η αποπληρωμή να καθίσταται διαχειρίσιμη. Αυτό θα βελτιώσει την εισπραξιμότητα των οφειλών, εξασφαλίζοντας σταθερότητα στη ροή των εσόδων του Κράτους καθώς οι εταιρείες θα μπορούν να παραμένουν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους.
  • Την διαμόρφωση ενός μόνιμου πλαισίου κινήτρων για επενδύσεις. Το μέτρο του συμψηφισμού ενός μικρού μέρους του clawback με επενδύσεις σε υποδομές και έρευνα, σημείωσε μεγάλη επιτυχία καθώς οδήγησε στην κατάθεση 59 επενδυτικών προτάσεων από ελληνικές και ξένες φαρμακοβιομηχανίες. Όμως ο επενδυτικός προγραμματισμός ειδικά των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών, εκτείνεται πέρα από τα χρονικά και οικονομικά όρια του μέτρου. Κατά συνέπεια τα κίνητρα θα πρέπει να επεκταθούν / να μονιμοποιηθούν ώστε να καλύπτουν την πλήρη διάσταση των επενδύσεων.

Στο πλαίσιο αυτό θεωρούμε αναγκαία την διαμόρφωση ενός σταθερού περιβάλλοντος φαρμακευτικής πολιτικής με τη μορφή μιας συμφωνίας μεταξύ της Πολιτείας και της βιομηχανίας, ένα Μνημόνιο Συνεννόησης οποίο θα εκτείνεται σε ικανό βάθος χρόνου τουλάχιστον τριετίας. Αυτό θα επιτρέψει τη δημιουργία ενός προβλέψιμου περιβάλλοντος για τη λειτουργία της φαρμακευτικής αγοράς το οποίο θα οδηγεί στη συγκράτηση της αύξησης της δαπάνης, σε λογικές διαχειρίσιμες υποχρεωτικές επιστροφές και σε χαμηλές συμμετοχές για τους ασθενείς.

Οι επενδύσεις και η δυναμική της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ανοίγουν νέους ορίζοντες. Η ολοκλήρωση του επενδυτικού προγράμματος των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών θα μας φέρει ακόμη πιο κοντά στο στόχο της ανάδειξης της χώρας μας σε κόμβο φαρμακευτικής έρευνας και παραγωγής για την ΝΑ Ευρώπη. Οι δυνατότητες και οι προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας καθιστούν το στόχο αυτό απόλυτα εφικτό.

Ο κ. Θεόδωρος Τρύφων είναι πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ)



ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ