Στο σημείωμα που άφησε στον σύντροφό της, πριν δώσει τέλος στη ζωή της το 1941, η συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ, έγραφε, «Όλα έχουνε χαθεί για μένα, αλλά είμαι βέβαιη για την καλοσύνη σου». Αρκετά χρόνια πριν, σε δοκίμιό της θα το περιέγραφε πιο παραστατικά: «Επιπλέουμε με τα κλαδιά στο ρέμα, σκορπισμένοι με τα νεκρά φύλλα στο γρασίδι, ανεύθυνοι και αδιάφοροι…».
Η Γουλφ, δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να απεικονίσει με την πένα της ζωντανά το απόλυτο… κενό που ένιωθε, κάτι το οποίο βασανίζει πολλούς ανθρώπους σήμερα.
Τα άτομα που αισθάνονται κενό έχουν προβλήματα στην εργασία και τις σχέσεις, διατρέχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς και συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην αγωγή ψυχικής υγείας.
Αυτό αναφέρει σε ανάλυσή του στο Psyche, ο Κρίστοφερ Χόπγουντ, καθηγητής Ψυχολογίας της Προσωπικότητας στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης.
Σε μια μελέτη, το 10% των φοιτητών ανέφεραν ότι αισθάνονται «χρόνια κενοί».
«Εάν αισθάνεστε άδειοι με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να διαπιστώσετε ότι τα άσχημα νέα δεν σας αναστατώνουν, ότι τα καλά νέα δεν σας κάνουν να νιώθετε χαρούμενοι. Κάποιο μέρος σας ξέρει ότι πρέπει να νιώθετε κάτι όταν συμβαίνουν σημαντικά πράγματα, αλλά δεν το κάνετε. Ανεξάρτητα από το πόσο προσπαθείτε για τους στόχους σας, ανεξάρτητα από το πόσο οι άλλοι σας δείχνουν ότι νοιάζονται ή κάνετε πράγματα που θα ενοχλούσαν τους περισσότερους, όλα φαίνεται απλώς να φιλτράρονται και νιώθετε «λίγοι»» εξηγεί ο Χόπγουντ.
Ακόμα και όταν πλένουνε τα πιάτα ή μιλάνε με έναν φίλο, όσοι πάσχουνε από αυτό, μετα βίας βιώνουν τη δραστηριότητα εκείνη την ώρα κα νομίζουμε ότι αυτό το συναίσθημα δεν θα αλλάξει ποτέ και δεν σημαίνει τίποτα. «Είστε αποσυνδεδεμένοι από τον κόσμο, σαν να τον παρακολουθείτε να περνάει από το παράθυρο ενός τρένου που δεν πηγαίνει πουθενά συγκεκριμένα».
Μπορεί για μερικούς να ακούγεται καλό να αποστασιοποιούνται από την πραγματικότητα, αλλά ο Χόπγουντ επισημαίνει ότι αυτά που προανέφερε, δηλαδή, υποκειμενικό κενό, ή αίσθημα απουσίας από τη ζωή του ατόμου, έλλειψη εκπλήρωσης, αναγκαστική ύπαρξη και βαθιά μοναξιά, είναι πολύ σοβαρά συμπτώματα για την ψυχική υγεία.
Αυτοκτονική συμπεριφορά
Ένα αινιγματικό χαρακτηριστικό του κενού είναι ότι οι άνθρωποι που αναφέρουν ότι αισθάνονται άδειοι επίσης συνήθως αναφέρουν ότι αισθάνονται υπερβολικά γεμάτοι με συναισθήματα μερικές φορές και συχνά πηγαίνουν πέρα-δώθε μεταξύ των δύο άκρων.
«Το κενό έχει ιστορικά θεωρηθεί ως ένα σύμπτωμα της οριακής διαταραχής προσωπικότητας (BPD), μιας σχετικά σοβαρής ψυχιατρικής διάγνωσης που περιλαμβάνει ακραίο θυμό, θλίψη και άλλα συναισθήματα, παρορμητική συμπεριφορά και ανησυχίες σχετικά με την εγκατάλειψη. Τα άτομα με BPD συνήθως θεωρούνται ότι έχουν πάρα πολλά συναισθήματα, πάρα πολλές σκέψεις και συμπεριφέρονται πολύ βιαστικά» λέει ο ειδικός.
Ο Χόπγουντ και οι συνάδελφοί του έχουν μιλήσει με εκατοντάδες ανθρώπους που βιώνουν αυτό το κενό. «Περιέγραψαν ότι αισθάνονται νεκροί παρά το γεγονός ότι αναπνεόυν, αισθάνονται σαν να τους λείπει κάτι που φαίνεται ότι έχουν όλοι οι άλλοι, έχουν μια τρύπα όπου πρέπει να είναι η καρδιά τους, περιμένουν να αρχίσει η ζωή, δεν ξέρουν για ποιο λόγο να ζήσουν και δεν αισθάνονται μέρος του κόσμου».
Μέχρι πρόσφατα, λίγα ήταν γνωστά γι αυτό το κενό που νιώθουν κάποιοι άνθρωποι, ωστόσο πρόσφατη έρευνα έδειξε πως ακόμα και μεταξύ των συμπτωμάτων BPD, το κενό ξεχωρίζει ως μοναδικός προγνωστικός παράγοντας αυτοκτονικής συμπεριφοράς και δυσκολιών θεραπείας, ενώ ακόμα και οι άνθρωποι που δεν έχουν διαγνωστεί με BPD μπορεί επίσης να αισθάνονται άδειοι.
Μερικά άτομα που δεν έχουν ψυχιατρικές διαγνώσεις παλεύουν επίσης με το κενό. Σε μια μελέτη, το 10% των φοιτητών ανέφεραν ότι αισθάνονται «χρόνια κενοί».
Ποιες οι θεραπείες
Ωστόσο, έχουν αναπτυχθεί αρκετές θεραπείες για την BPD, από διαφορετικούς θεωρητικούς προσανατολισμούς, και η έρευνα δείχνει ότι όλες είναι εξίσου αποτελεσματικές. Αυτές είναι η διαλεκτική συμπεριφορική θεραπεία (DBT), η θεραπείας με βάση τη νοητοποίηση (MBT) και τη Ψυχοθεραπεία Εστιασμένη στη Μεταβίβαση (TFP).
Κάθε μία από αυτές τις θεραπείες εστιάζει στο να βοηθήσει τους ανθρώπους να «επιβραδύνουν» προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη επίγνωση -και να συνδέσουν καλύτερα- τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές τους.
Για παράδειγμα, στη DBT, ένας θεραπευτής εστιάζει στην επικύρωση των συναισθηματικών εμπειριών ενός ασθενή ως τρόπο να τον βοηθήσει να αποδεχθεί αυτά τα συναισθήματα και να κάνει καλύτερες επιλογές για το πώς να ανταποκριθεί σε αυτά.
Στη MBT, ο θεραπευτής προσπαθεί να βοηθήσει τον ασθενή να σκεφτεί τι συμβαίνει εδώ και τώρα, τι σκέφτεται και τι αισθάνεται. Ο στόχος είναι η κατάσταση να αρχίσει να έχει νόημα, να δει ο πελάτης ότι υπάρχουν πιθανώς κατανοητοί λόγοι για να νιώθει έτσι.
Στη TFP, ο θεραπευτής προσπαθεί να βοηθήσει τον ασθενή να δημιουργήσει συνδέσεις με άλλες σημαντικές σχέσεις. Αυτό μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να δουν πώς φέρνουν αρνητικές εμπειρίες από το παρελθόν στο παρόν, να κατανοήσουν καλύτερα τα έντονα συναισθήματα και να γίνουν πιο πρόθυμοι να αποδεχτούν και να αντιμετωπίσουν δύσκολες εμπειρίες όπως το κενό.
Η ελπίδα είναι ότι με την πάροδο του χρόνου, μαθαίνοντας να επιβραδύνουν αυτές τις διαδικασίες με τη βοήθεια ενός θεραπευτή, οι άνθρωποι μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα τα συναισθήματά τους, να σκεφτούν από πού προήλθαν αυτά και να λάβουν αιτιολογημένες αποφάσεις σχετικά με το πώς να ανταποκριθούν σε αυτά.
Ένα πετυχημένο παράδειγμα θεραπείας
Ο Χόπγουντ αναφέρει το παράδειγμα μιας ασθενούς του που ένιωθε τόσο κενό που θα δοκίμαζε τα πάντα να «μπει κάτι μέσα» της, συμπεριλαμβανομένου του να τρώει, να βλάπτει τον εαυτό της και να αγοράζει πράγματα που ήξερε ότι δεν χρειαζόταν, αλλά δεν φαινόταν να λειτουργούν. Είχε φτάσει στο σημείο να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας με όπλο.
Στη θεραπεία ο Χόπγουντ προσπάθησε να την κάνει να ξεχωρίσει ένα μέρος του εαυτού της που δεν ήταν κενό, και όπου μπορούσε να βρει νόημα. «Για να το κάνει αυτό, έπρεπε να μάθει να προσεγγίζει την εμπειρία αντί να προσπαθεί να την αποφύγει. Χρησιμοποίησα τεχνικές χαλάρωσης για να τη βοηθήσω να το κάνει και προσπάθησα να την ενθαρρύνω να βιώσει το αίσθημα του κενού, χωρίς να την πιέζω πολύ. Με τον καιρό, άρχισε να περιγράφει πώς η σχέση της μαζί μου της έδινε νόημα, και αυτό τη βοήθησε να δει ότι το να πηγαίνει στο νοσοκομείο ήταν ένας τρόπος για να βρει τα είδη των σχέσεων που «θα έμπαιναν κάτι μέσα»» λέει ο ψυχολόγος.
Αφού ανακάλυψε ότι οι σχέσεις ήταν ένας τρόπος για να βρει νόημα και να αποφύγει το κενό, είδε έναν τρόπο να προχωρήσει. Υιοθέτησε ένα κατοικίδιο. Μετά από κάποια βελτίωση, προσφέρθηκε εθελοντικά ως μέντορας της σε παιδιά που είχαν ανάγκη και τελικά εντάχθηκε σε μια κοινωνική λέσχη όπου έκανε διαρκείς φιλίες. Η κοπέλα τότε τελείωσε τις θεραπείες, καθώς πλέον γνώριζε τι μπορούσε να κάνει σε στιγμές που ένιωθε κενή.