Θλίψη για τους φίλους του ποδοσφαίρου σκόρπισε ο θάνατος του Σβεν Γκόραν Έρικσον. Ο Σουηδός προπονητής «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών, νικημένος από τον καρκίνο.
Ο Σουηδός προπονητής Σβεν Γκόραν Έρικσον είχε συγκινήσει τον κόσμο του ποδοσφαίρου όταν αποκάλυψε πριν λίγο καιρό τη μάχη του με τον καρκίνο στο πάγκρεας, με τους γιατρούς να του δίνουν λίγους μήνες ζωής.
Ο ίδιος είχε πει τότε: «Όλοι καταλαβαίνουν ότι έχω μία ασθένεια που δεν είναι ιάσιμη. Όλοι μαντεύουν ότι πρόκειται για καρκίνο και έτσι είναι. Αλλά πρέπει να παλέψω όσο περισσότερο μπορώ».
Ο Σβεν Γκόραν Έρικσον άρχισε την προπονητική του καριέρα με την άσημη σουηδική Ντέγκερφορς το 1977, πριν αναλάβει την Γκέτεμποργκ, με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα, δύο κύπελλα Σουηδίας και το Κύπελλο UEFA του 1981.
Ο Σουηδός τεχνικός, ο οποίος στο παρελθόν είχε καθίσει μεταξύ άλλων στους πάγκους των Λάτσιο, Ρόμα και Eθνικής Αγγλίας (ο πρώτος ξένος μη Βρετανός που ανέλαβε τα τρία λιοντάρια) αποφάσισε πως θα ήταν καλύτερο για τον ίδιο να αποσυρθεί ώστε να μπορέσει να απολαύσει όπως είχε πει και ο ίδιος μερικές στιγμές ηρεμίας.
Μετά από μια καριέρα ως δεξιός μπακ, ο Έρικσον γνώρισε μεγάλη επιτυχία μεταξύ 1977 και 2001, κερδίζοντας 18 τρόπαια με διάφορους συλλόγους πρωταθλημάτων στη Σουηδία, την Πορτογαλία και την Ιταλία.
Στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, κέρδισε τόσο το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ όσο και το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης – το τελευταίο πριν την κατάργησή του – και έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Ευρώπης.
Ο Έρικσον αργότερα ανέλαβε τις εθνικές ομάδες της Αγγλίας, του Μεξικού, των Φιλιππίνων και της Ακτής Ελεφαντοστού, καθώς και της Μάντσεστερ Σίτι και της Λέστερ στην αγγλική Premier League.
Έχει προπονήσει σε δέκα χώρες: Σουηδία, Πορτογαλία, Ιταλία, Αγγλία, Μεξικό, Ακτή Ελεφαντοστού, Ταϊλάνδη, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κίνα και Φιλιππίνες.
Ο παίκτης Σβεν Γκόραν Έρικσον
Ο Sven-Göran Eriksson γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1948. Είχε το παρατσούκλι «Svennis» από την αδυναμία του μικρότερου αδελφού του, του Lars-Erik, να προφέρει το όνομά του.
Ο Έρικσον έκανε το ντεμπούτο του με την Torsby IF σε ηλικία 16 ετών. Το 1972, εντάχθηκε στην Karlskoga FF.
Επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον παίκτη-προπονητή του στην Karlskoga, τον Tord Grip, ο οποίος προώθησε το αγγλικό στυλ παιχνιδιού που είχαν φέρει στη χώρα ο Bob Houghton και ο Roy Hodgson.
Ο Έρικσον κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια το 1975 σε ηλικία μόλις 27 ετών, λέγοντας: «Με θεωρούσαν ξεκάθαρα αμυντικό μέσο, που σπανίως έκανε λάθη».
Ο προπονητής Σβεν Γκόραν Έρικσον
Έχοντας αποσυρθεί ως παίκτης, ο Έρικσον έγινε βοηθός προπονητή στην Degerfors IF, και πρώτος έναν χρόνο αργότερα, οδηγώντας την ομάδα του στα πλέι οφ το 1977 και το 1978 στην επόμενη κατηγορία.
Η επιτυχία του τράβηξε την προσοχή πολύ μεγαλύτερων συλλόγων και το 1979 ανέλαβε την IFK Göteborg.
Τερμάτισαν δεύτεροι στο Allsvenskan και κέρδισαν το Κύπελλο Σουηδίας για πρώτη φορά στην ιστορία του συλλόγου, δίνοντας έμφαση στην τακτική και στον ρυθμό και επιλέγοντας το αγγλικό 4–4–2 με ζώνη και συνεχές πρέσινγκ.
Την επόμενη σεζόν η Γκέτεμποργκ κέρδισε το τρεμπλ.
Η διεθνής επιτυχία ήρθε την άνοιξη του 1982, όταν οδήγησε την ομάδα στην κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA, κόντρα στο Αμβούργο (1-0 και 3-0).
Μπενφίκα
Η ευρωπαϊκή επιτυχία του Έρικσον τον οδήγησε στην πρόσληψή του από την πορτογαλική Μπενφίκα, στην οποία εντάχθηκε στα τέλη Ιουνίου 1982. Η επιρροή του ήταν άμεση, κέρδισε πρωτάθλημα και κύπελλο, και έφτασε στον τελικό του ΟΥΕΦΑ χάνοντας από την Άντερλεχτ.
Μετά την κατάκτηση ενός δεύτερου συνεχόμενου τίτλου πρωταθλήματος, μετακόμισε στην Ιταλία και ανέλαβε τη Ρόμα.
Στην Ιταλία
Ο Έρικσον εντάχθηκε στη Ρόμα την 1η Ιουλίου 1984. Δεν ήταν τόσο επιτυχημένος στους Τζιαλορόσι, αλλά παρόλα αυτά κέρδισε ένα Κόπα Ιταλία με τον σύλλογο το 1986 και την επόμενη χρονιά ανέλαβε τη Φιορεντίνα, χωρίς να κερδίσει κάποιον τίτλο.
Επέστρεψε στην Μπενφίκα για δεύτερη θητεία το 1989 οδηγώντας τους «Αετούς» τη Λισαβώνας στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών 1989 – 1990, χάνοντας από τη Μίλαν 1–0.
Τον Ιούλιο του 1992, ο Έρικσον επέστρεψε στην Ιταλία για να ηγηθεί της Σαμπντόρια, όπου κατάφερε να κερδίσει άλλο ένα Κύπελλο Ιταλίας το 1994 για να αποχωρήσει το Ιούνιο του 1997.
Παρότι είχε συμφωνήσει να αναλάβει την αγγλική Μπλάκμπερν, έκανε πίσω και επέλεξε να μείνει στην Ιταλία και να γίνει ο νέος προπονητής της Λάτσιο.
Με τους «λατσιάλι» κέρδισε το Κύπελλο και το Σούπερ Καπ το 1998 αλλά και το 2000, το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1999 και το πρωτάθλημα Ιταλίας το 2000.
Στα «3 λιοντάρια»
Μετά την παραίτηση του προπονητή της Αγγλίας, Κέβιν Κίγκαν, μετά από μια εντός έδρας ήττα από τη Γερμανία τον Οκτώβριο του 2000, η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (FA) κατέληξε στον Έρικσον ως αντικαταστάτη, ο οποίος έγινε ο πρώτος ξένος προπονητής των «3 λιονταριών».
Το ντεμπούτο του στις 28 Φεβρουαρίου 2001 ήταν μια φιλική νίκη 3–0 επί της Ισπανίας στο Villa Park, αλλά την 1η Σεπτεμβρίου 2001, η ομάδα του Έρικσον κέρδισε με 5–1 εκτός έδρας τη Γερμανία στο Μόναχο.
Στις 6 Οκτωβρίου, με το γκολ – φάουλ του Ντέιβιντ Μπέκαμ εξασφάλισε ισοπαλία 2-2 με την Ελλάδα στο Ολντ Τράφορντ, στέλνοντας την Αγγλία απευθείας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002.
Μουντιάλ 2002
Στα τελικά του Μουντιάλ, η Αγγλία ισοβάθμησε με τη Σουηδία, νίκησε την Αργεντινή 1–0, ήρθε ισόπαλη με τη Νιγηρία και προκρίθηκε στην επόμενη φάση. Συνέχισαν νικώντας τη Δανία με 3–0 στον γύρο των 16, πριν χάσουν 2–1 από τη Βραζιλία, που τελικά στέφθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια.
Euro 2004
Αφού κέρδισε τον πρώτο της προκριματικό αγώνα στη Σλοβακία, η Αγγλία έφερε ισοπαλία εντός έδρας με την πΓΔΜ και στη συνέχεια αποδοκιμάστηκε από τους οπαδούς της μετά την ήττα σε ένα φιλικό από την Αυστραλία. Ωστόσο, κέρδισε τους επόμενους πέντε προκριματικούς και, καθώς χρειαζόταν έναν βαθμό από το τελευταίο παιχνίδι για να προκριθεί, ισοφάρισε 0–0 στην Τουρκία για να φτάσει στην κορυφή του ομίλου.
Στον πρώτο της αγώνα στους τελικούς της Πορτογαλίας, όπου θριάμβευσε η εθνική Ελλάδας του Ότο Ρεχάγκελ, η Αγγλία κέρδιζε με 1–0 τη Γαλλία μετά από 90 λεπτά, αλλά έχασε αφού ο Ζινεντίν Ζιντάν σκόραρε δύο φορές στις καθυστερήσεις.
Μία νίκη 3-0 επί της Ελβετίας και άλλη μία 4-2 επί της Κροατίας , ωστόσο, σήμαινε ότι η Αγγλία εξακολουθεί να προκρίνεται στον προημιτελικό εναντίον της οικοδέσποινας Πορτογαλίας. Εκεί, ο Μάικλ Όουεν έδωσε στην Αγγλία από νωρίς προβάδισμα για να ισοφαρίσει ο Χέλντερ Πόστιγκα και οι οικοδεσπότες να κερδίσουν τελικά στα πέναλτι.
Παγκόσμιο Κύπελλο 2006
Τον Μάρτιο του 2004, το συμβόλαιο του Έρικσον ανανεώθηκε για δύο χρόνια για να οδηγήσει την Αγγλία και στο Euro 2008.
Στις 7 Σεπτεμβρίου 2005, η Αγγλία έχασε στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου από τη Βόρεια Ιρλανδία με 1–0, για πρώτη φορά από το 1972, ήττα που άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου.
Στις 23 Ιανουαρίου, η FA ανακοίνωσε ότι ο Έρικσον θα έφευγε από την εθνική μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006.
Η Αγγλία τερμάτισε στην κορυφή του Ομίλου, νικώντας την Παραγουάη και το Τρινιντάντ και Τομπάγκο, πριν από την ισοπαλία 2-2 με τη Σουηδία, αν και τα αγγλικά ΜΜΕ του άσκησαν κριτική για μέτριες εμφανίσεις.
Αφού νίκησε τον Ισημερινό με γκολ του Μπέκαμ στη φάση των 16, η Αγγλία αποκλείστηκε ξανά στα πέναλτι από την Πορτογαλία στους «8».
Ο ειδικός του BBC Sport, Phil McNulty, έγραψε μία καυστική κριτική, γράφοντας ότι ο Έρικσον δεν μπορούσε να ανατρέψει το σκορ όταν η Αγγλία έμενε πίσω.
Δεδομένου ότι ο Έρικσον κόστιζε πάνω από 20 εκατομμύρια λίρες, ο ΜακΝάλτι έγραψε «θα τον θυμούνται ως αποτυχημένο και πανάκριβο».
Πάντως, ο Έρικσον βελτίωσε τη θέση της Αγγλίας στην Παγκόσμια Κατάταξη της FIFA από τη 17η θέση στην 5η τον Ιούλιο του 2006, φτάνοντας στην τέταρτη θέση κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006 και κατατάχτηκε από την FA ως ο δεύτερος πιο επιτυχημένος προπονητής της Αγγλίας μετά τον Άλφ Ράμσεϊ.
Υπό τον Έρικσον, η Αγγλία πέτυχε το υψηλότερο ποσοστό πόντων σε αγώνες μεγάλων τουρνουά όλων των εποχών για έναν προπονητή της Αγγλίας, και πέτυχε να προκριθεί σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις.
Στη Μάντσεστερ Σίτι
Στις 6 Ιουλίου 2007, σχεδόν ένα χρόνο από την ημέρα που έφυγε από την Αγγλία, ο Έρικσον ανακοινώθηκε ως ο νέος προπονητής της Μάντσεστερ Σίτι, αφού υπέγραψε ένα τριετές συμβόλαιο αξίας 2 εκατομμυρίων λιρών ετησίως, συν τα μπόνους. Ήταν ο πρώτος προπονητής της Σίτι εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και ο πρώτος Σουηδός προπονητής στην Πρέμιερ Λιγκ.
Στις 19 Αυγούστου, η Μάντσεστερ Σίτι κέρδισε την πρωταθλήτρια Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για να φτάσει στην κορυφή της Πρέμιερ Λιγκ 2007 – 2008 μετά από τρεις αγώνες χωρίς να δεχτεί γκολ.
Ο σύλλογος παρέμεινε στην πρώτη εξάδα για το υπόλοιπο του 2007 και ήταν τρίτος τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, αλλά έπεσε στην έβδομη θέση στις 12 Ιανουαρίου 2008 αφού κέρδισε μόνο ένα από τα πέντε προηγούμενα παιχνίδια του.
Την άνοιξη του 2008, ο ιδιοκτήτης Thaksin Shinawatra είπε ότι θα αντικαταστήσει τον Έρικσον, λόγω «χιονοστιβάδας πολύ κακών αποτελεσμάτων που είναι απαράδεκτο σε αυτό το επίπεδο». Στο τελευταίο παιχνίδι της σεζόν, η Μάντσεστερ Σίτι γνώρισε την ήττα με 8–1 από τη Μίντλεσμπρο, τη μεγαλύτερη ήττα στην καριέρα του Έρικσον.
Ο Σουηδός έγινε ο πρώτος προπονητής της Μάντσεστερ Σίτι από το 1969 – 1970 που κέρδισε και τα δύο ντέρμπι πρωταθλήματος εναντίον της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και πέτυχε επίσης το υψηλότερο σύνολο πόντων της ομάδας στην Πρέμιερ Λιγκ, 55.
Στις 2 Ιουνίου 2008, η Μάντσεστερ Σίτι επιβεβαίωσε με δήλωση του συλλόγου το διαζύγιο.
Εθνική ομάδα του Μεξικού
Στις 3 Ιουνίου 2008, ο Έρικσον έγινε προπονητής της εθνικής ομάδας του Μεξικού. Στις 20 Αυγούστου, έκανε το ντεμπούτο του με νίκη σε έναν αγώνα των προκριματικών του Μουντιάλ του 2010 εναντίον της Ονδούρας. Στους επόμενους αγώνες το Μεξικό ισοφάρισε με τον Καναδά και έχασε από Τζαμάικα και Ονδούρα.
Στις 11 Φεβρουαρίου 2009, το Μεξικό του ο Έρικσον έχασε με 2–0 από τις ΗΠΑ με τις φωνές να παραιτηθεί ή να απολυθεί να πληθαίνουν.
Μετά από μια ήττα με 3–1 στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου στην Ονδούρα, ο Έρικσον απομακρύνθηκε, καθώς είχε κερδίσει μόνο ένα από τα επτά τελευταία του επίσημα παιχνίδια.
Πίσω στην Αγγλία
Στις 22 Ιουλίου 2009, ο Έρικσον ανέλαβε την ομάδα της Αγγλικής League Two, Notts County, μετά την εξαγορά του συλλόγου από την κοινοπραξία της Μέσης Ανατολής Munto Finance με τον Σουηδό να αμείβεται με 2 εκατομμύρια λίρες ετησίως.
Τα μεγάλα χρέη της ομάδας οδήγησαν τον Έρικσον στην πόρτα της εξόδου τον Νοέμβριο του 2009.
Στην Αφρική
Στις 28 Μαρτίου 2010, ο Έρικσον έγινε προπονητής της εθνικής ομάδας της Ακτής Ελεφαντοστού. Ξεκίνησε στις 15 Ιουνίου, με ισοπαλία 0-0 εναντίον της Πορτογαλίας στα τελικά του Μουντιάλ, για να ακολουθήσει μία ήττα 3-1 από τη Βραζιλία στις 20 Ιουνίου.
Παρά τη νίκη επί της Βόρειας Κορέας στον τελευταίο αγώνα των ομίλων με 3–0, η Ακτή Ελεφαντοστού δεν κατάφερε να προκριθεί στα νοκ άουτ. Πριν από τον αγώνα με τη Βραζιλία, ο Βραζιλιάνος προπονητής Ντούνγκα σχολίασε: «Με τον Έρικσον, η Ακτή Ελεφαντοστού έχει εξαιρετική ισορροπία. Τους βλέπαμε να παίζουν και δεν είχαν τέτοιου είδους οργάνωση που έχουν τώρα».
Ο Έρικσον στη Λέστερ
Καθώς δεν αναφέρθηκαν διαπραγματεύσεις για επέκταση του συμβολαίου του Έρικσον μεταξύ του ατζέντη του και της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας Ελεφαντοστού, το συμβόλαιό του έληξε στις 25 Ιουνίου, με τον Σουηδό τεχνικό να αναλαμβάνει τη Λέστερ στις 3 Οκτωβρίου 2010, με τις «Αλεπούδες» στη ζώνη του υποβιβασμού.
Το πρώτο του παιχνίδι πρωταθλήματος ήταν ένα ισόπαλο 1–1 εναντίον της Χαλ. Ακολούθησε γρήγορα η πρώτη νίκη της Λέστερ υπό τον Έρικσον, νικώντας εκτός έδρας τη Λιντς με 2–1 στο Έλαντ Ρόουντ.
Η Λέστερ άρχισε σταδιακά να ανεβαίνει στον πίνακα της βαθμολογίας, κερδίζοντας επτά από τα οκτώ πρώτα παιχνίδια πρωταθλήματος.
Στις 18 Φεβρουαρίου 2011, είχε σκαρφαλώσει στην έβδομη θέση και μόλις έναν βαθμό μακριά από τα play off.
Ωστόσο, στη συνέχεια άρχισε να χάνει έδαφος, καθώς κέρδισε μόλις δύο από τα επόμενα έντεκα παιχνίδια της, τερματίζοντας τελικά στη 10η θέση.
Μετά από δεκατρείς αγώνες πρωταθλήματος, ο Έρικσον αποχώρησε στις 25 Οκτωβρίου 2011, με τις «Αλεπούδες» στη δέκατη τρίτη θέση του πρωταθλήματος.
Πάντως, ένας από τους παίκτες που έφερε ήταν κι ο Κάσπερ Σμάιχελ, ο τερματοφύλακας της Λέστερ που κέρδισε την Premier League 2015 – 2016.
Στις 3 Σεπτεμβρίου 2012, ο Έρικσον μετακινήθηκε στην Ταϊλάνδη ως τεχνικός διευθυντής της BEC Tero Sasana.
Στις 17 Νοεμβρίου 2012, τα νορβηγικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι βρισκόταν σε συζητήσεις με τη Vålerenga.
Τον Δεκέμβριο, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του Έρικσον και της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της Ουκρανίας, που του είχαν προτείνει τη θέση του προπονητή της εθνικής ομάδας δεν απέδωσαν καρπούς.
Στις 15 Ιανουαρίου 2013, ανακοινώθηκε ότι θα αναλάμβανε τη γερμανική Μόναχο 1860, κάτι που τελικά δεν έγινε.
Στις 21 Ιανουαρίου 2013, ο Έρικσον έγινε τεχνικός διευθυντής του συλλόγου Al Nasr που εδρεύει στο Ντουμπάι.
Στις 4 Ιουνίου 2013, η Guangzhou R&F της κινεζικής Super League τον ανακοίνωσε ως νέο προπονητή, με συμβόλαιο δεκαεννέα μηνών μέχρι τον Δεκέμβριο του 2014.
Έφυγε από την Guangzhou R&F στις 10 Νοεμβρίου 2014, μετά από διαφωνία στις διαπραγματεύσεις για την επέκταση του συμβολαίου του.
Ο Έρικσον υπέγραψε διετές συμβόλαιο με την κινεζική ομάδα Σούπερ Λιγκ Σαγκάη SIPG στις 18 Νοεμβρίου 2014, οδηγώντας την στη δεύτερη θέση και στην πρόκριση για πρώτη φορά στο AFC Champions League.
Ωστόσο, επικρίθηκε ότι απέτυχε να δώσει ευκαιρίες σε νεαρά ταλέντα και αντικαταστάθηκε από τον André Villas-Boas στις 4 Νοεμβρίου 2016.
Στις 5 Δεκεμβρίου 2016, ο Έρικσον έγινε προπονητής της ομάδας China League One, Shenzhen, αντικαθιστώντας τον Clarence Seedorf. Ωστόσο, απολύθηκε στις 14 Ιουνίου 2017, μετά από ένα σερί εννέα αγώνων χωρίς νίκη.
Στις 27 Οκτωβρίου 2018, έγινε προπονητής της εθνικής ομάδας των Φιλιππίνων με συμβόλαιο έξι μηνών. Μετά τις νίκες επί της Σιγκαπούρης και του Ανατολικού Τιμόρ, και ισοπαλίες με την Ταϊλάνδη και την Ινδονησία, οι Φιλιππίνες ηττήθηκαν από τον μετέπειτα πρωταθλητή Βιετνάμ.
Μετά το ντεμπούτο των Φιλιππίνων χωρίς νίκη στο Κύπελλο Ασίας, ο Έρικσον τελείωσε τη θητεία του ως προπονητής της εθνικής ομάδας.
Ο πρωτοπόρος Σβεν Γκόραν Έρικσον
Θεωρούμενος ως ένας από τους καλύτερους προπονητές όλων των εποχών, από άποψη τακτικής, ο Έρικσον εισήγαγε έναν καινοτόμο σχηματισμό 4–4–2 στο σουηδικό ποδόσφαιρο, με χρήση ζώνης και ασφυκτικού πρέσινγκ.
Ενώ το στυλ του ήταν επιτυχημένο στην Γκέτεμποργκ (IFK Göteborg), επικρίθηκε επίσης από τους οπαδούς ότι ήταν υπερβολικά ρεαλιστής ως προπονητής, με έμφαση στο να αποσπά αποτελέσματα και δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην τακτική επίγνωση και στο ρυθμό.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Λάτσιο, χρησιμοποίησε επίσης ένα 4–5–1, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της σεζόν 1999 – 2000, που θα μπορούσε να γίνει 4–2–3–1, 4–3–3, 4. –1–4–1, ή 4–4–2 σε όλη τη διάρκεια ενός αγώνα.
Το παιχνίδι της ομάδας βασιζόταν κυρίως στη δημιουργία αριθμητικού πλεονεκτήματος στο αντίπαλο μισό αντί στον έλεγχο της μπάλας, και στο να προσπαθεί να επιτεθεί και να σκοράρει όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο.
Κατά την έναρξη των αγώνων, η ομάδα έπαιζε συχνά ένα παιχνίδι κάθετης πάσας, χρησιμοποιώντας μακριές μπάλες από την πλάτη σε μια προσπάθεια να τεντώσει τους αντιπάλους της και να δημιουργήσει χώρους για να εκμεταλλευτούν οι πιο δημιουργικοί παίκτες της ομάδας.
Εάν αυτό γινόταν με επιτυχία, σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, η ομάδα θα έπαιζε στη συνέχεια μια σειρά από πολλές γρήγορες σύντομες πάσες με πιο οργανωμένο τρόπο για να χτίσει επιθέσεις.
Ο Έρικσον χρησιμοποίησε και τα πλάγια μπακ σε ρόλο επίθεσης.
Έδινε επίσης σημαντική σημασία στις σωματικές και ψυχικές ιδιότητες των παικτών του.
Αμυντικά, η ομάδα του εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί το πάτημα πιο ψηλά στον αγωνιστικό χώρο και ο σχηματισμός της ομάδας θα μεταμορφωνόταν σε ένα οργανωμένο και συμπαγές 4–1–4–1 με μικρή απόσταση μεταξύ των γραμμών.
Κατά καιρούς, το αμυντικό στήσιμο της ομάδας την έκανε ευάλωτη σε αντεπιθέσεις ή ένα-δύο αν οι αντίπαλοί τους «έσπασαν» την πρώτη γραμμή, ωστόσο, κάτι που επέτρεπε στις ομάδες να παίζουν μέσω αυτών περιστασιακά.
Στο πρώτο τρίτο του γηπέδου, η Λάτσιο έπαιζε άμυνα με βάθος.
Ενώ ο Έρικσον χρησιμοποίησε ένα σύστημα ζώνης στη Σουηδία, στη Λάτσιο χρησιμοποίησε μία στρατηγική που έμοιαζε με ζώνη, κάτι μεταξύ κάλυψης του χώρου και μαν του μαν.
Ο Έρικσον έκανε συχνά εναλλαγή των παικτών του στη Λάτσιο. Έβαλε εναλλάξ τον Giuseppe Pancaro ή τον Giuseppe Favalli στο αριστερό μπακ, οι οποίοι αλληλεπικαλύπτονταν και έμπαιναν στην επίθεση, με τον Paolo Negro ως μπακ στη δεξιά πλευρά της άμυνας των τεσσάρων ατόμων της ομάδας. Επίσης, μετέτρεψε με επιτυχία τον Siniša Mihajlović – πρώην αριστερό εξτρέμ, δεύτερο επιθετικό ή αριστερό μπακ – σε κεντρικό αμυντικό μαζί με τον Αλεσάντρο Νέστα.
Κατά τη διάρκεια της σεζόν 1999 – 2000 που κέρδισε το σκουντέτο, ανέπτυξε συχνά είτε τον Roberto Sensini είτε τον Matías Almeyda (τον σημερινό προπονητή της ΑΕΚ) δίπλα στον Diego Simeone (νυν τεχνικό της Ατλέτικο Μαδρίτης) στη μεσαία γραμμή, για να βοηθήσει στην κάλυψη της ομάδας αμυντικά.
Στα πλάγια, εναλλάσσει συχνά τους Pavel Nedvěd , Roberto Mancini ήΟ Alen Bokšić στα αριστερά και ένας εκ των Sérgio Conceição , Attilio Lombardo ή Dejan Stanković στα δεξιά. Σε όλους τους μέσους της ομάδας δόθηκε η ελευθερία να αλλάξουν θέσεις, για να βοηθήσουν να δοθεί στην ομάδα ένα αριθμητικό πλεονέκτημα στη μεσαία γραμμή όταν είχε την κατοχή, εκτός από τον πιο βαθύ αμυντικό χαφ και τον δεξιό εξτρέμ.
Ο τελευταίος αναμενόταν να ωθήσει προς τα πάνω στα πλάγια, να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους σε καταστάσεις ένας εναντίον ενός και να κάνει σέντρες στη μεγάλη περιοχή.
Ο Έρικσον ήταν εκείνος που έβαλε τον Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν στη μεσαία γραμμή στη Λάτσιο πίσω από τους επιθετικούς, παρά στον πιο προχωρημένο ρόλο που είχε παίξει στην Πάρμα, επιλογή που είχε θετικό αντίκτυπο στις επιδόσεις του.
Η ομάδα ήταν επίσης γνωστή για την αποτελεσματικότητά της από τις στημένες φάσεις. [ 119 ] Ο Έρικσον έβαλε αρχικά δύο επιθετικούς – τον Μαρσέλο Σάλας και τον Σιμόνε Ιντζάγκι – πριν εγκαταλείψει αυτό το σύστημα νωρίς στη σεζόν 1999 – 2000, εναλλάσσοντας έναν από αυτούς μπροστά ως μοναχικός σέντερ φορ. Ο Ιντζάγκι θα έδινε βάθος στην ομάδα με τα τρεξίματά του ή θα έμπαινε στο τέλος των πάσες και θα σκόραρε, ενώ ο Σάλας θα κοίταζε να φτάσει στο τέλος των σέντρων και των μακρινών μπάλων ή θα έπεφτε βαθιά για να συνδεθεί με τη μεσαία γραμμή και να κρατήσει ψηλά το μπάλα.
Το σύστημα του Έρικσον στην εθνική Αγγλίας
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως προπονητής της Αγγλίας, ωστόσο, ο Έρικσον δέχθηκε κριτική επειδή έβαλε τον Πολ Σκόουλς εκτός θέσης, φαινομενικά ως αριστερό μέσο, στο Euro 2004, παρά στον άξονα, προκειμένου να παίξουν εκεί ο Φρανκ Λάμπαρντ και ο Στίβεν Τζέραρντ,
Ο Έρικσον υπερασπίστηκε αυτή την απόφαση, λέγοντας ότι ο Σκόουλς είχε επίσης την ελευθερία να μετακινηθεί στο κέντρο για να βοηθήσει τη μεσαία γραμμή και να πάρει την μπάλα, κάτι που επιβεβαίωσε ο ίδιος ο παίκτης, παρομοιάζοντάς το με έναν ρόλο που είχε παίξει επίσης με επιτυχία υπό τον προπονητή του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Άλεξ Φέργκιουσον.
Εκτός από την επιτυχία και την τακτική του ικανότητα, ο Έρικσον ήταν επίσης γνωστός για το θετικό ηγετικό του στυλ ως προπονητής, το οποίο επηρέασε επίσης το προπονητικό στυλ του Κάρλο Αντσελότι κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους στη Ρόμα τη δεκαετία του 1980.
Το προπονητικό του στυλ στη Λάτσιο επηρέασε τους πρώην παίκτες του στη Λάτσιο Σιμόνε Ιντζάγκι, Ντιέγκο Σιμεόνε, Ρομπέρτο Μαντσίνι και Ματίας Αλμέιδα, οι οποίοι συνέχισαν επίσης να ακολουθούν τα βήματα του μέντορά τους.
Η αυτοβιογραφία του Έρικσον, «My Story», δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2013.
Τον Ιανουάριο του 2024, ανακοίνωσε ότι είχε διαγνωστεί με τελικό καρκίνο στο πάγκρεας, με «στην καλύτερη περίπτωση περίπου έναν χρόνο ζωής».
Τον Μάρτιο του 2024, κάθισε στον πάγκο της Λίβερπουλ, όπως είχε εκφράσει την επιθυμία, για έναν φιλανθρωπικό αγώνα ανάμεσα στους θρύλους του συλλόγου εναντίον του Άγιαξ.
Στις 26 Αυγούστου, ο θρύλος του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, Σβεν Γκόραν Έρικσον, πέθανε σε ηλικία 76 ετών, μην μπορώντας να νικήσει και τον καρκίνο.
To άρθρο Σβεν Γκόραν Έρικσον: Ο μέτριος αμυντικός που έγινε σπουδαίος προπονητής – Η Γκέτεμποργκ, η Λάτσιο και η εθνική Αγγλίας δημοσιεύτηκε στο ELLADASPORTS .