Μισό εκατομμύριο ασθενείς με καρκίνο αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλη δυσκολία από τη διάγνωση μέχρι το χειρουργείο – αν χρειάζεται – τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία, γιατί δεν υπάρχει κάποιος να τους καθοδηγεί.
Επιπλέον, η χώρα υστερεί κατά πολύ σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες σε ότι αφορά την ανακουφιστική φροντίδα. Έχει ελάχιστες μονάδες – ιδιωτικές – και δεν είναι αρκετές.
Αυτές τις ελλείψεις του συστήματος υγείας στην αντιμετώπιση του καρκίνου, παραδέχθηκε ο υφυπουργός Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους, μιλώντας στο ετήσιο συνέδριο της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ) και τόνισε ότι «στην Ελλάδα έχουμε καλά ογκολογικά τμήματα, καλούς γιατρούς, καλή πρόσβαση στα φάρμακα. Εντούτοις δεν εγγυώμαστε ότι θα έχουμε μία ισότιμη πρόσβαση όλων των ασθενών ή ότι δεν θα ταλαιπωρηθούν πολύ στα διάφορα σημεία του συστήματος. Αυτό πιστεύουμε ότι θα διορθωθεί σε μεγάλο βαθμό με το ψηφιακό σύστημα και τα ψηφιακά εργαλεία».
Ο μέσος χρόνος αναμονής για χημειοθεραπεία είναι 9,6 ημέρες και για ακτινοθεραπεία 36 ημέρες
Όσο για την ανακουφιστική φροντίδα, σημείωσε ότι στο υπουργείο γίνεται πολύ συστηματική δουλειά για τις προϋποθέσεις οργάνωσης τέτοιων μονάδων με Προεδρικό Διάταγμα. Αρχικά μελετάται η ανάπτυξη τέτοιων κλινών εντός των δημοσίων νοσοκομείων – μία ή δύο δημόσιες δομές σε αρχική φάση στην Αττική. Γίνεται ήδη συζήτηση με την Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρία για κτίριο που διαθέτει στην Παιανία ή για άλλη δομή που θα μπορεί να μετατραπεί σε μονάδα ανακουφιστικής θεραπείας.
Χημειοθεραπεία
Όμως σε ότι αφορά τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας, ο μέσος χρόνος αναμονής για χημειοθεραπεία είναι 9,6 ημέρες και για ακτινοθεραπεία 36 ημέρες.
Αυτοί οι μέσοι όροι είναι καλοί, σε σύγκριση με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς, όμως η αναμονή για χημειοθεραπεία αντικατοπτρίζει την άνιση κατανομή των ογκολόγων στην Αττική και τις μεγάλες πόλεις έναντι της νησιωτικής Ελλάδας, κάτι το οποίο δεν θα βελτιωθεί – εκείνο που μπορεί να βελτιωθεί είναι η αναμονή στην Πελοπόννησο και τη Μακεδονία, σημείωσε ο κ. Θεμιστοκλέους.
Ακτινοθεραπεία
Βελτίωση στην ακτινοθεραπεία, ώστε να πλησιάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, επιτεύχθηκε με τη δωρεά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με την οποία διατέθηκαν 12 γραμμικοί επιταχυντές. Άλλα τέσσερις θα τοποθετηθούν στο νοσοκομείο Λαμίας και στο Σωτηρία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλα 2 μέσω ΕΣΠΑ, ενώ πρόσφατα έγινε και η δωρεά Αγγελόπουλου – Άκτορα στον Αγ. Σάββα. Με την ενίσχυση αυτή αναμένεται να φτάσουμε τον μέσο όρο, ίσως και να τον ξεπεράσουμε, σημείωσε ο υφυπουργός, εξηγώντας πως οι 36 ημέρες μέσος όρος, οδήγησε σε στόχο να μην ξεπερνά τις 60 ημέρες η αναμονή για ακτινοθεραπεία που διενεργείται σε 62 τμήματα στα 12 μεγάλα νοσοκομεία της χώρας που παρέχουν ογκολογική περίθαλψη. Σημείωσε μάλιστα ότι με την ψηφιακή παρακολούθηση των ασθενών θα μπορέσει να γίνει εφικτή η παρακολούθηση σε πραγματικό χρόνο, ώστε οι παρεμβάσεις να είναι άμεσες.
Χειρουργική
Στην ίδια συζήτηση ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργικής Ογκολογίας Ιωάννης Καραϊτιανός, παρατήρησε τα άλματα που έχουν γίνει στην αντιμετώπιση του καρκίνου, επεσήμανε ότι το μητρώο ασθενών θα αναδείξει όχι μόνο τις ανισότητες, αλλά και τα κλινικά αποτελέσματα που θα οδηγήσουν σε αλλαγές τους ίδιους τους γιατρούς. Τόνισε την ανάγκη πληθυσμιακών ελέγχων καθώς ακόμη και σήμερα ανιχνεύονται καρκίνοι σε προχωρημένα στάδια που δεν επιδέχονται ριζική θεραπεία.
Βιοψία
Εστίασε στην έλλειψη δύο βασικών ειδικοτήτων, της χειρουργικής ογκολογίας και της παθολογικής ανατομικής. Εξήγησε ότι η έλλειψη παθολογοανατόμων είναι η αιτία των μεγάλων καθυστερήσεων στις βιοψίες και πρόσθεσε ότι πρόκειται για απολύτως απαραίτητη ειδικότητα, ιδίως τώρα που διενεργούνται εξετάσεις βιοδεικτών, ώστε οι ασθενείς με καρκίνο να πάρουν την ενδεδειγμένη γι΄αυτούς φαρμακευτική αγωγή.
Όσο για την έλλειψη χειρουργών, υπογράμμισε ότι «τίποτα δεν γίνεται αν δεν ξεκινήσουμε με χειρουργική επέμβαση».
Ακάλυπτες ανάγκες
Από την πλευρά του ο καθηγητής του MBA International του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Μανώλης Αλεξανδράκης, υπογράμμισε τις υπερτετραπλάσιες ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες του πληθυσμού στην Ελλάδα σε σχέση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο, επισημαίνοντας ότι τα φτωχά νοικοκυριά εμφανίζουν κατά 14,3% ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες, ενώ ακόμη και τα πλούσια νοικοκυριά κατά 4,3%, γεγονός που δείχνει ότι ακόμη και οι πλούσιοι Έλληνες έχουν διπλάσιες ακάλυπτες ανάγκες υγείας από τον μέσο Ευρωπαίο. Επίσης, η ίδια συμμετοχή φτάνει στη χώρα μας το 33% όταν στην Ευρώπη είναι 15%. Χαρακτήρισε ευκαιρία διόρθωσης της κακής λειτουργίας του κράτους με εισαγωγή δεικτών ποιότητας ενόψει της δημιουργίας του μητρώου καρκίνου.
Σύστημα για «γερές τσέπες»
Απαντώντας στις παρατηρήσεις αυτές ο κ. Θεμιστοκλέους σημείωσε ότι το σύστημα υγείας είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε η ιδιωτική συμμετοχή να κυμαίνεται μεταξύ 33-40%, με τις μισές από αυτές τις δαπάνες ασθενών να αφορούν τη συμμετοχή τους στα φάρμακα που φτάνει το 1,4 δις. ευρώ. Το υπόλοιπο αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας με συμμετοχή των ασθενών της τάξης του 15%, ενώ το 10% αφορά οδοντιατρική περίθαλψη η οποία δεν παρέχεται από το σύστημα εκτός από κάποιες δημόσιες δομές. Το πιο μικρό μέρος, ιδιωτικής δαπάνης αφορά μονάδες για χρόνιους γηριατρικούς ασθενείς.
Αναφερόμενος στην έλλειψη παθολογοανατόμων, ο κ. Θεμιστοκλέους, προέβλεψε ακόμη μεγαλύτερη επιδείνωση του προβλήματος, καθώς σε μεγάλα νοσοκομεία με 30 θέσεις, υπάρχει μόλις ένας εκπαιδευόμενος.